Μια επαγγελματική πρόταση για να δουλέψει σαν ανταποκρίτρια για την εφημερίδα Έθνος οδήγησε τα βήματα της δημοσιογράφου Μαρίας Ψαρά στις Βρυξέλλες, στην πρωτεύουσα της ΕΕ, το 2016.
Σε αντίθεση με την προσωπική της συγκυρία, οι περισσότεροι Έλληνες, κυρίως νέοι, που συνάντησε εκεί ήταν σε αναζήτηση εργασίας.
«Ο χάρτης των Ελλήνων στο Βέλγιο έχει πάρα πολλές γενιές» μας λέει αναφερόμενη στην ανθρωπογεωγραφία της ελληνικής μετανάστευσης στην καρδιά της Ευρώπης.
Αρχικά βρέθηκαν εκεί οι Έλληνες ανθρακωρύχοι που έζησαν και δούλεψαν σκληρά μέσα «στου Βελγίου τις στοές» όπως θα μας θυμίζει πάντα το λαϊκό άσμα του Στέλιου Καζαντζίδη. Η επίσκεψη της σε μια τέτοια στοά, που τώρα έχει γίνει μουσείο, της προκαλεί δέος και απορία για το «πώς άντεχαν αυτοί οι άνθρωποι για τουλάχιστον οκτώ ώρες, χιλιόμετρα κάτω από τη γη, σε ένα σημείο που κόβεται η ανάσα σου από την έλλειψη οξυγόνου».
Υπάρχει επίσης η γενιά των ευρω-υπαλλήλων που άρχισαν να φτάνουν από τη δεκαετία του 80, όταν η Ελλάδα μπήκε στην ΕΕ για να στελεχώσουν τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. «Κι αυτή είναι η ελίτ των Ελλήνων μεταναστών» τονίζει η Μαρία Ψαρά και αντιπαραθέτει την ευμάρεια, το κύρος και την ασφάλεια που απολαμβάνουν οι ευρω-υπάλληλοι με τις σκληρές συνθήκες που αντιμετώπισαν οι πρώτοι οικονομικοί μετανάστες αλλά και οι τωρινοί που «ας μη γελιόμαστε, μπορεί να έχουν πτυχία, μεταπτυχιακά και καλά βιογραφικά αλλά δεν παύουν να είναι κι αυτοί οικονομικοί μετανάστες».
Περιγράφοντας αυτή τη γενιά Ελλήνων τονίζει ότι, παρά τις τεράστιες δυσκολίες και τον σκληρό ανταγωνισμό, σε πάρα πολλές περιπτώσεις καταφέρνουν να ξεχωρίσουν λόγω των ικανοτήτων αλλά και της σκληρής δουλειάς τους, ανατρέποντας στην πράξη το στερεότυπο του τεμπέλη Έλληνα που αθρόα αναπαράχθηκε στα ευρωπαϊκά ΜΜΕ τα χρόνια της πρόσφατης οικονομικής κρίσης.
Δεν υπάρχει ένα σταθερό σημείο συνάντησης κι επαφής μεταξύ των τριών διαφορετικών γενιών Ελλήνων μεταναστών, μας λέει η Ελληνίδα δημοσιογράφος, αν και υπάρχουν εξαιρέσεις όπως αυτή ενός παραδοσιακού ελληνικού καφενείου στην περιοχή του Μόλενμπεργκ όπου συναντιούνται κάποιες φορές και οι τρεις.
Δεν παραλείπει, βέβαια, να μας μιλήσει για την ύπαρξη μιας ζωντανής και δραστήριας σύγχρονης ελληνικής κοινότητας που έχει τα δικά της στέκια, τις δικές της θεατρικές ομάδες και που οργανώνει πλήθος πολιτιστικών και άλλων εκδηλώσεων.
Όλα αυτά, βέβαια, πριν την πανδημία του κορονοϊού για την οποία μας δίνει μια πλήρη δημοσιογραφική ανταπόκριση από μια χώρα που έχει πληγεί ιδιαίτερα λόγω της γεωγραφικής θέσης αλλά και του θεσμικού της ρόλου.
Όσον αφορά την δική της εμπειρία σαν Ελληνίδα του εξωτερικού και το πόσο αυτή έχει αλλάξει την οπτική της, μας λέει χαρακτηριστικά ότι έχει πάψει να είναι «τόσο ελληνοκεντρική» και μπορεί πλέον να βλέπει τα πράγματα με μια προοπτική ευρωπαϊκή ή και παγκόσμια.
Στην κλασική ερώτηση τι της λείπει περισσότερο από την Ελλάδα, απαντά με έκδηλη νοσταλγία «το μπλε της θάλασσας», γιατί ακόμα κι αν βρίσκεσαι σε μέρη με θάλασσα, δεν είναι ποτέ η ίδια θάλασσα και δεν έχει αυτό το μπλε!
Ακούστε την συνέντευξη εδώ:
[iframe src=”https://webradio.ert.gr/webtv/live-uni/vod/dt-uni-audio-mp3.php?f=foni-tis-elladas/psara-pros-metadosi.mp3&bgimg=https://www.ertflix.gr/wp-content/uploads/2018/01/RADIO-fwni-elladas.jpg” frameborder=”no” scrolling=”no”]