”Κάτι από τα παλιά”
του Γαβριήλ Παναγιωσούλη
Με το σαπιοκάραβο στον Ινδικό ωκεανό, από τον κάβο της Καλής Ελπίδας.
Το ξέραν ότι ήταν σάπιο, το ξέραν ότι δεν δούλευε η μηχανή, το ξέραν ότι δεν θα γυρίζαμε πίσω, αλλά αφού μας βρέξανε τα ιερά νερά του Γάγγη ποταμού γλυτώσαμε.Γυρίσαμε στο Ρότερνταμ κακήν κακώς, έτος 1957. Υπήρχε τεράστια κρίση, μας υποδέχτηκαν με κόψιμο του μισθού 50% και ”όποιος δεν θέλει φεύγει, θα τον πετάμε έξω.”
Στην γειτονιά του Κάτεντραχτ πολλοί Έλληνες ναυτικοί χωρίς δουλειά παρακαλούσαν. Μετά Γερμανία, Αμβούργο, μισός μισθός.
Tο Saint Pauli, το Golden City στην Βρέμη, ο κινηματογράφος της αγάπης στη Μπράκε. Μια πάλη της επιβίωσης, εναντίων του κατεστημένου.Δεν είναι και τόσο εύκολο να’χεις μια ψυχή άβγαλτη, τρυφερή, και να σε πετροβολούν από τις τάξεις των εχόντων και κατεχόντων. Κανένα παράθυρο ανοιχτό, καμιά πόρτα, κανένα καλωσόρισμα. Μαζί τους και οι παπάδες, η άρχουσα τάξη, οι υπερόπτες.
Μια φορά είπα θέλω να βαφτίσω, να κάνω καινούργιους Χριστιανούς. ”Όχι δεν μπορείς, δεν έχεις πληρώσει, δεν είσαι μέλος μας.”Ακόμα και σήμερα αποφεύγω τις συγκεντρώσεις, όπου οι ιερείς ακολουθούν τους πλούσιους, όπου κυριαρχεί η επίδειξη. Μου δημιουργεί μια αμφιβολία, ένα φόβο, ένα φρένο σκέψης, μια ανασφάλεια. Αισθάνομαι απομονωμένος, αλλά ελεύθερος.
Σιωπώ και παρατηρώ.
Την ιστορία αυτή ”από τα παλιά” έστειλε στο «Ημερολόγιο Γέφυρας» ο Γαβριήλ Παναγιωσούλης.
Τον ευχαριστούμε πολύ!