Ο δικηγόρος Γιώργος Μπίζος, μια εμβληματική προσωπικότητα της ελληνικής ομογένειας, ο οποίος υπερασπίστηκε τον στενό φίλο του, τον Νέλσον Μαντέλα, γλιτώνοντάς τον από τη θανατική καταδίκη, πέθανε σε ηλικία 92 ετών, ανακοίνωσε ο πρόεδρος της Νότιας Αφρικής Σίριλ Ραμαφόζα.
Τα αίτια του θανάτου του Μπίζου, ο οποίος αποφάσισε να συνταξιοδοτηθεί μόλις πριν από λίγα χρόνια, δεν έχουν διευκρινιστεί.
«Μόλις πληροφορήθηκα ότι ο αετός των δικαστηρίων της χώρας μας, ο Τζορτζ Μπίζος, απεβίωσε», ανέφερε ο Νοτιοαφρικανός πρόεδρος στους δημοσιογράφους, χαιρετίζοντας αυτό το «κοφτερό μυαλό».
«Είναι μια πολύ θλιβερή ημέρα για τη χώρα μας», πρόσθεσε. «Ο Τζορτζ Μπίζος ήταν ένας δικηγόρος που συνέβαλε τρομερά στην επίτευξη της δημοκρατίας μας», συνέχισε.
Κατά τη διάρκεια των ετών του απαρτχάιντ ο Μπίζος υπερασπιζόταν στα δικαστήρια τα μέλη του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου (ANC). Και όταν έφτασε η ώρα της πτώσης του καθεστώτος, συμμετείχε στη σύνταξη του νέου, δημοκρατικού Συντάγματος της χώρας.
Μετά την κατάργηση του απαρτχάιντ, ο Μπίζος συνέβαλε στη συγκρότηση της Επιτροπής Αλήθειας και Συμφιλίωσης, έργο της οποίας ήταν να ερευνήσει τα πολιτικά εγκλήματα του προηγούμενου καθεστώτος.
Ο Γιώργος Μπίζος γεννήθηκε το 1927 στο Βασιλίτσι Μεσσηνίας. Έφυγε το 1941 μαζί με τον πατέρα του και έφτασαν ως πρόσφυγες στη Νότια Αφρική, όπου αργότερα σπούδασε νομικά και άρχισε να δικηγορεί το 1954. Για τους αγώνες του τιμήθηκε από πολλούς διεθνείς οργανισμούς. Μία εξ αυτών, το Μάιο του 2001, όταν ανακηρύχθηκε ύστερα από πρόταση της Διεθνούς Ακαδημίας Δικηγόρων, δικηγόρος της χρονιάς από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ουάσινγκτον. Το 2010 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του, «Οδύσσεια προς την ελευθερία» όπου ο Γιώργος Μπίζος περιγράφει το δικό του μοναχικό και δύσκολο ταξίδι. Από το 1941, όταν σε ηλικία 13 ετών, φεύγει από το Βασιλίτσι Μεσσηνίας με μία βάρκα, μαζί με τον πατέρα του, δήμαρχο τότε του χωριού, για να φυγαδεύσουν στην Κρήτη επτά Νεοζηλανδούς στρατιώτες τους οποίους είχε σώσει με κίνδυνο της ζωής του. Αντί για τη μεγαλόνησο, φτάνουν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου τους μετέφερε ένα βρετανικό πλοίο, που τους περισυλλέγει μετά από μία φοβερή τρικυμία και από εκεί στη Ν. Αφρική, όπου ο Μπίζος συνέδεσε τη ζωή του με τη μοίρα του λαού της αφρικανικής χώρας.
Ο ίδιος, στο τέλος του βιβλίου αντί επιλόγου, παρσθέτει την «Ιθάκη» του Καβάφη, αφού όπως λέει, κάθε Έλληνας της Διασποράς, κουβαλά μέσα του δύο πατρίδες, χωρίς να μπορεί να πει ποια αγαπά περισσότερο.