Μια βιογραφία του Ιάννη Ξενάκη (1922-2001) δεν μπορεί να είναι (και δεν είναι πράγματι) τυχαία. Το βιβλίο της Μάχης Ξενάκη «Ιάννης Ξενάκης. Ένας συγκλονιστικός πατέρας», που κυκλοφόρησε πρόσφατα σε μετάφραση Ροζαλί Σινοπούλου από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, είναι όσα ανακαλεί και όσα εναποθέτει ως παρακαταθήκη στη σφαίρα της δημόσιας μνήμης μια εικαστική δημιουργός για έναν από τους εμβληματικότερους διεθνώς συνθέτες του εικοστού αιώνα.
Κι ενώ η Μάχη μιλάει για έργο του Ξενάκη με αυστηρώς καλλιτεχνικά κριτήρια, δεν παύει ποτέ από την άλλη μεριά να ανασκαλεύει πίσω από τη μείζονα μουσική μορφή του το καθημερινό φυσικό πρόσωπο του πατέρα: όταν την κρατούσε μικρή από το χέρι, όταν έμπαιναν μαζί με την ίδια και τη μαμά της, τη Φρανσουάζ Ξενάκη, στο καγιάκ των διακοπών τους στην Κορσική, όταν της ζητούσε επίμονα να σπουδάσει μαθηματικά για να δώσει συστηματική βάση στη ζωγραφική της κλίση (κι εκείνη το απέφευγε και το ανέβαλλε με κάθε δυνατό τρόπο), όταν τον άκουγε να αναλαμβάνει από τον Λε Κορμπιζιέ έργα πρωτοφανούς αρχιτεκτονικής πρωτοπορίας, όταν έπαιζε μουσικά όργανα και τραγουδούσε στο σπίτι τους, όταν θυμόταν το πώς έχασε το ένα του μάτι από θραύσμα αγγλικής οβίδας στα Δεκεμβριανά, όταν κήρυσσε την αδιαίρετη ενότητα επιστήμης και τέχνης, όταν εκδήλωνε ενθουσιασμό για μια μουσική του ιδέα μα κι όταν βυθιζόταν στη μοναξιά και στην περισυλλογή, νιώθοντας αποκομμένος από όλο τον κόσμο και κυνηγημένος από τη δυναστική ταχύτητα του χρόνου και της ύπαρξης.
Η Μάχη δεν μιλάει ελληνικά αλλά παραπέμπει πάντοτε στο ελληνικό πολιτικό παρελθόν του πατέρα της και στις κοινωνικές καταβολές του ακόμα και την εποχή κατά την οποία αναζητούσε στη Γαλλία τη μουσική του ταυτότητα, βασισμένη στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία, τον μοντερνισμό της αρχιτεκτονικής του Λε Κορμπιζιέ και τα μαθηματικά. Δεν ήταν εύκολος ο δρόμος που διάλεξε ο Ξενάκης και η κόρη του όχι μόνο το ξέρει καλά, αλλά και το αναδεικνύει συχνά στην αφήγησή της. Τα μαθηματικά βοήθησαν τον Ξενάκη να συνενώσει τη γραμμή των αρχιτεκτονικών κτιριακών όγκων με τον κόσμο των ήχων σε συνθέσεις που έψαχναν το βάθος και τις απαρχές της ανθρώπινης εμπειρίας. Μείζων στόχος του, οι πολύ διαφορετικοί και αντιθετικοί μεταξύ τους ήχοι τούς οποίους επιστράτευε όταν άρχισε να υπερβαίνει την επιρροή της ινδικής μουσικής, κοιτάζοντας, όπως ο Νίτσε, πέρα από το όριο της ιστορίας, προς τους αρχέγονους μύθους και προς τα αρχέτυπα ακούσματα εντός των οποίων βυθίζει τις ρίζες του ο πολιτισμός. Έτσι έστησε τις μουσικές μα και τις αρχιτεκτονικές του συνθέσεις ο Ξενάκης, αυτό ήταν το όραμα που προσδιόρισε τον βίο και την τέχνη του, κάνοντάς κάθε ημέρα και πιο γνωστό και συνδέοντάς τον με την ηλεκτρονική και την ψηφιακή μουσική.
Μια τέτοια προσωπικότητα παραμένει εις το διηνεκές ανήσυχη και εν εγρηγόρσει. Η γλώσσα της τέχνης και η μέθοδός της να αγγίζει τον πραγματικό της περίγυρο μεταμορφώνοντάς τον δεν είναι άγνωστη στη Μάχη Ξενάκη, καθώς έμαθε με τον καιρό να δίνει τις δικές της μάχες με την έκφραση. Χωρίς να παραλληλίζει ποτέ την πορεία της με την πορεία του πατέρα της, και διατηρώντας πάντοτε στο ακέραιο τη αυτονομία της, η Μάχη δεν θα διστάσει να παραδεχθεί πως τόσο η ίδια όσο και η μητέρα της παραχωρούσαν μονίμως ένα περιθώριο πρωτοβουλίας και αποφάσεων στον άνδρα της μικρής τους οικογένειας, κυρίως επειδή δεν ήθελαν να τον κακοκαρδίσουν. Κι αν ο Ξενάκης είχε τις αδυναμίες και τις εμμονές του, τίποτε δεν τον εμπόδισε να μοιραστεί με κόρη και μάνα όχι μόνο μια αρμονική οικογενειακή συνύπαρξη μα και το πάθος του για την τέχνη, αποτυπωμένο τώρα στο αχανές αρχείο του, που αποτελεί κοινό κτήμα και αντικείμενο πολλαπλών χρήσεων για τους νεότερους ερευνητές.
Η ελληνική μετάφραση και έκδοση του βιβλίου θέλει να τιμήσει την έκθεση του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ) για τον Ιάννη Ξενάκη, που θα λειτουργήσει μέχρι τις 7 Ιανουαρίου 2024.
Πηγή: ΑΠΕ