This week here at GME is dedicated to some notable attempts to rejuvenate the massive heritage of rebetiko song and today we will celebrating the contribution of three great music artists. Popular songwriter Giorgos Mouflouzelis, was born in 1912 in Mytilini, in a poor family. His father forced him to abandon primary school in order to work in construction. In his own words, “back in those days, construction was tough. We often carried stones from a hundred meters away”. The environment of his homeland was rich in music. Folk rhythms, karsilamas, kalamatianos and zeibekikos were the sounds that accompanied his childhood. Everything he later composed and sang was a variation of this musical heritage. As for Giorgos Tzortzis and Nikolas Syros, their joint album “Our old home” is a unique study of rebetiko that they perform with modesty and knowledge. The orchestra, directed and arranged by Notis Mavroudis, is reminiscent of the style of the corresponding orchestras of the rebetiko era and plays in such a way as not to offend the ethos of the songs.
Το ρεμπέτικο αλλιώς: Τζώρτζης – Σύρος – Μουφλουζέλης
O Μουφλουζέλης είπε κάποτε στον Γεραμάνη τα εξής: «Έχω κουβαλήσει τόνους ολόκληρους, τσιμέντο κι ασβέστη με το πηλοφόρι. Δούλεψα στην αρχή, στην Πατησίων, απέναντι από το Μινιόν που ήταν ψιλικατζίδικο και πουλούσε κουμπιά και κουβαρίστρες. Εκείνη την εποχή μπλέχτηκα με το τραγούδι. Μ’ άρεσαν πολύ τα ρεμπέτικα. Σ’ ένα μαγαζάκι της Πλατείας Καραϊσκάκη, στο Μεταξουργείο, γνώρισα τον Μπάτη. Αυτός ήταν από τους πιο γνωστούς ρεμπέτες της εποχής. Εκεί πήγαιναν όλοι και τα ’λεγαν. Ο Μάρκος ο Βαμβακάρης, ο Γκόγκος (Μπαγιαντέρας), ο Χατζηχρήστος, ο Ανέστος Δελιάς κι άλλοι πολλοί. Σ’ εκείνο το μαγαζί, πήγα κι εγώ τον μπαγλαμά κι άρχισα να παίζω».
Και ο Νότης Μαυρουδής γράφει τα εξής το 1987 για τον δίσκο «Το παλιό μας σπίτι» του Γιώργου Τζώρτζη και του Νικόλα Σύρου: «Ας ομολογήσουμε πως αυτός ο δίσκος βγαίνει με καθυστέρηση δεκαπέντε τουλάχιστον χρόνων, όταν η επανάληψη των ρεμπέτικων τραγουδιών έχει διατρύσει τα αυτιά μας με την αφέλεια και την εκβιαστική συμπεριφορά των νέων κομπανιών, της πλήξης και της ηλεκτρικής απόγνωσης. Τα τραγούδια αυτά γεννήθηκαν με τις δικές τους συνθήκες και όχι με τις δικές μας. Μια τοποθέτησή τους σε σημερινή διάσταση είναι παρακινδυνευμένη γιατί τα βάζει σε έναν πολιτισμό που δεν τον γνώρισαν και το όποιο όνειρό τους έγινε με βάση την ανάγκη εκείνης της εποχής της στέρησης, της κοινωνικής αδικίας και της ουτοπίας. Έτσι, τα τραγούδια αυτά ανήκουν σε άλλους χρόνους και το άκουσμά τους ίσως να ξυπνάει ακόμα μνήμες, έστω συμβολικές».
Επιμέλεια: Ηρακλής Οικονόμου