από τον Μανώλη Λυκάκη
Ταξίδια ωκεάνια
του Μανώλη Λυκάκη
Μόλα και βαρεθήκαμε τόσο καιρό στο πόρτο,
πάει κι ο κάβος ο πρυμνιός, γλίστρησε στον αφρό,
εμείς που αλμυρό νερό μυρίζουμε στο χνώτο,
θάλασσα μόνο ξέρουμε, πέλαγος κι ουρανό,
‘Ενα κουμπάσο ανοιχτό να περπατά στον χάρτη,
του θερμαστή τον κάματο μέρες στη μηχανή,
τ’ απέραντο τ’ ωκεανού, τον στεναγμό του ναύτη
και μια στεριά ν’ αργεί πολύ στο κιάλι να φανεί.
Φάρο τις νύχτες έχουμε σ’ ανατολή και δύση,
του πολικού το φέγγισμα, του Νότου τον Σταυρό,
ένα καντήλι π’ άναψε μια μάνα στο ξωκλήσι,
του φαναριού στο άλμπουρο το φως του τ’ αμυδρό,
Για ξόρκι του πειρατικού, τον λύχνο τ’ Αλαντίνου
και συντροφιά εν’ άλμπατρος π’ ανάλαφρα πετά,
στο Τούνεσι μας έχασε η σκούνα τ’ Αλγερίνου,
πρόσω να βγούμε στα βαθιά τ’ ωκεανού νερά.
Γυμνές μπροστά στην πλώρη μας, νεράιδες χορέψτε,
φέρτε γοργόνες το χρυσό ποτήρι του βυθού,
στα ρέλια τα αγγελικά μακριά μαλλιά σας μπλέξτε,
βάλτε να μεταλάβουμε νερό τ’ Ατλαντικού.