Οι αντιπρόσωποι των Ελληνικών Κοινοτήτων στην Γερμανία, που συμμετείχαν στο 23ο Συνέδριο Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων Γερμανίας, εξέδωσαν ψήφισμα με το οποίο εκφράζουν την ανησυχία, την απογοήτευση και τη συσσωρευμένη αγανάκτηση τους για τις εξελίξεις στα ελληνικά σχολεία της χώρας.
Επίσης παραθέτουν τις διεκδικήσεις και προτάσεις τους για την επίλυση του θέματος και προαναγγέλλουν κινητοποιήσεις.
Ολόκληρο το ψήφισμα:
“Όλοι οι υπεύθυνοι φορείς, που είναι επιφορτισμένοι με την διατήρηση και ενίσχυση της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στην Γερμανία και ιδιαίτερα οι κοινότητες-μέλη της ΟΕΚ, επεδίωξαν αδιάκοπα και πεισματικά εδώ και δεκαετίες, να πείσουν το
Υπουργείο Παιδείας, ότι η φθίνουσα κατάσταση που επικρατούσε στο χώρο της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης θα οδηγούσε στην συρρίκνωση και, τελικά, στην κατάργηση πολλών ελληνικών
σχολείων στη Γερμανία. Δυστυχώς, οι προβλέψεις αυτές, πλέον, επαληθεύτηκαν και επιβεβαιώνονται καθημερινά, ιδιαίτερα από το 2010 και εντεύθεν.
Χαρακτηριστική είναι η κατάσταση στο Μόναχο, όπου ήδη έχουν κλείσει σχολεία και απειλούνται με κλείσιμο και άλλα. Όμως το ίδιο ισχύει και σε περιοχές όπως η Βάδη Βυρτεμβέργη, όπου στην βάση της πολιτικής των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών είτε κλείνουν σχολεία και ΤΕΓ, είτε διαπιστώνεται αδιαφορία των αρχών στην συνέχιση μίσθωσης κτιρίων, που στεγάζουν τα σχολεία, με αποτέλεσμα αυτά είτε να κλείνουν τελείως, είτε να μεταφέρονται κακήν κακώς σε ακατάλληλα κτίρια, ενώ η δημιουργία νέων ΤΕΓ αποτελεί εξαίρεση. Οι ελλείψεις εκπαιδευτικών, η διατήρηση απαρχαιωμένης υλικοτεχνικής υποδομής, οι πολύ χαμηλοί μισθοί για τους εκπαιδευτικούς με
επιμίσθια, που δεν καλύπτουν τις βασικές ανάγκες στην Γερμανία, αποτελούν προβλήματα που συνεχώς διογκώνονται. Τα παιδιά, που στην μεγάλη πλειονότητα μεγαλώνουν σε δίγλωσσο
περιβάλλον, δεν έχουν άμεση πρόσβαση σε επεξεργασμένη ύλη και βιβλία που παίρνουν υπόψη τους τις επιπρόσθετες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
Εμείς, οι αντιπρόσωποι των ελληνικών κοινοτήτων της Γερμανίας στο συνέδριο της ΟΕΚ διεκδικούμε τα εξής:
• Την ένταξη της ελληνικής γλώσσας στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα κάθε ομόσπονδου κρατιδίου ως μάθημα επιλογής, με εκπαιδευτικούς από την Ελλάδα, με έλεγχο και συμμετοχή στο εκπαιδευτικό κόστος από το ελληνικό υπουργείο παιδείας.
• Την ίδρυση, όπου πληρούνται συγκεκριμένες αυστηρές ποιοτικές προϋποθέσεις, δίγλωσσων σχολείων, με ταυτόχρονη ενίσχυση και επέκταση του θεσμού του ψηφιακού δίγλωσσου σχολείου.
• Την αναβάθμιση βιβλίων και εκπαιδευτικού υλικού.
• Την διατήρηση, επέκταση και αναβάθμιση των Ελληνικών σχολείων και των ΤΕΓ, με προσαρμοσμένους όρους ίδρυσης νέων ΤΕΓ (π.χ. σε ότι αφορά τον ελάχιστο αριθμό μαθητών), κάτι που αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα. Είναι, επίσης, απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι τα σχολεία μας είναι εξοπλισμένα με τις απαραίτητες υποδομές και τους πόρους, για να παρέχουν μια υψηλής ποιότητας ελληνόγλωσση εκπαίδευση. Να μην κλείσει
κανένα άλλο σχολείο ή ΤΕΓ! Να ανοίξουν ξανά τα σχολεία που έκλεισαν!
• Να χρηματοδοτηθούν νέες τεχνολογίες, εκπαιδευτικός εξοπλισμός, βιβλιοθήκες, κλπ., με την διασφάλιση πόρων και τον κατάλληλο προγραμματισμό για την διατήρηση και την
αποτελεσματική αναβάθμιση των σχολείων μας, για να μην επαναλαμβάνονται καταστάσεις όπως με το σχολείο Αριστοτέλης στο Μόναχο ή αλλού, ούτε να επιβαρύνονται οικονομικά οι φορείς λειτουργίας και οι Έλληνες μετανάστες.
• Την ανάπτυξη εκπαιδευτικών προγραμμάτων και προγραμμάτων εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας, που είναι ζωτικής σημασίας για την προώθηση της γλώσσας και του πολιτισμού μας. Αυτά τα προγράμματα πρέπει να είναι προσβάσιμα σε όλες τις ηλικιακές και κοινωνικές ομάδες, προσφέροντας ευκαιρίες μάθησης σε όλους όσους ενδιαφέρονται. Είναι απαραίτητο να υπάρξουν ειδικά προγράμματα που να απευθύνονται σε παιδιά και εφήβους
που μαθαίνουν την ελληνική γλώσσα ως δεύτερη γλώσσα.
• Επιπλέον, πρέπει να δημιουργηθούν νέα ή να ενισχυθούν υπάρχοντα ψηφιακά εκπαιδευτικά εργαλεία και πλατφόρμες που θα υποστηρίζουν την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας μέσω του διαδικτύου, προσφέροντας ευελιξία και προσβασιμότητα σε όλους τους ενδιαφερόμενους, πέρα από μαθητές και εφήβους. Αυτά θα λειτουργούν συμπληρωματικά στις υπάρχουσες σχολικές δομές και δεν επιτρέπεται να τις υποκαθιστούν.
• Εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης όπως και ιατροφαρμακευτικής ασφάλισης και περίθαλψης των Ελλήνων εκπαιδευτικών. Διάθεση όλου του απαιτούμενου εκπαιδευτικού
και υποστηρικτικού προσωπικού, με όρους και σχέσεις εργασίας που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων στην Γερμανία. Το επιμίσθιο να συνεχίσει να καταβάλλεται για όσο διάστημα οι εκπαιδευτικοί εργάζονται σε ελληνικά σχολεία και στα
ΤΕΓ στην Γερμανία.
• Την διατήρηση και ενίσχυση των υπαρχόντων και δημιουργία νέων εδρών προγραμμάτων ελληνικών σπουδών σε ξένα πανεπιστήμια, με κεντρικό συντονισμό όλων των σχετικών
προσπαθειών, σε άμεση και θεσμοθετημένη συνεργασία με τις υπάρχουσες έδρες στα πανεπιστήμια της Γερμανίας.
• Το τελεσίδικο ξεκαθάρισμα των αρμοδιοτήτων των εμπλεκομένων υπουργείων παιδείας και εξωτερικών και την αμεσότερη και αποτελεσματικότερη συνεργασία μεταξύ τους, ώστε όπου μοιράζονται οι αρμοδιότητες, να υπάρχει καλύτερος συντονισμός.
Στηρίζουμε τον πολύμορφο αγώνα των μαθητών και των οικογενειών τους, των κατά τόπους ελληνικών κοινοτήτων, των συλλόγων γονέων και των εκπαιδευτικών, για να λυθούν άμεσα όλα τα υπάρχοντα ή επαπειλούμενα στεγαστικά προβλήματα, όπως αυτά υφίστανται στο Μόναχο (1ο Γυμνάσιο, 4ο Δημοτικό σχολείο) ή αλλού ή αναμένεται να υπάρξουν, όπως στην Νυρεμβέργη. Πρέπει να βρεθούν άμεσα ενδεδειγμένες λύσεις και να εξασφαλιστεί, πως δεν θα υπάρξουν παρόμοια προβλήματα στο μέλλον, π.χ. όταν λήγουν τα συμβόλαια μίσθωσης των κτιρίων. Οι λύσεις αυτές πρέπει να είναι μόνιμες, ώστε μαθητές και γονείς στο Μόναχο και αλλού να νιώθουν ασφαλείς και μαζί με του εκπαιδευτικούς να αφοσιώνονται απρόσκοπτα στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Βρισκόμαστε μαχητικά απέναντι σε κάθε πολιτική, που δεν εξασφαλίζει τις παραπάνω διεκδικήσεις.
Η ΟΕΚ θα ορίσει ημέρα κινητοποίησης του Ελληνισμού της Γερμανίας στο Μόναχο και στις υπόλοιπες πόλεις που υπάρχουν ελληνικά προξενεία, για να διεκδικήσουμε να μην κλείσει κανένα
σχολείο και να αντιμετωπιστούν όλα τα υπόλοιπα προβλήματα της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης στην Γερμανία, όπως τα περιγράψαμε”.