Θεωρείται το παλαιότερο φεστιβάλ παλαιάς μουσικής στον κόσμο. Με αφετηρία το 1920, στη μικρή πόλη της Κάτω Σαξωνίας Γκέτινγκεν, οι φίλοι της μουσικής του συνθέτη Georg Friedrich Händel πυροδότησαν με την μουσική τους διοργάνωση το ενδιαφέρον του 20ου αιώνα για την μπαρόκ όπερα.
Το φετινό φεστιβάλ (18/5-29/5) με περίπου 60 εκδηλώσεις έγινε με τίτλο Hellas! Στο επίκεντρο βρέθηκε η Ελλάδα, της οποίας η μυθολογία ενέπνευσε αμέτρητα έργα την εποχή του μπαρόκ, η οποία εκτείνεται περίπου από το τέλος της Αναγέννησης το 1600 μέχρι το 1750.
Για τον καλλιτεχνικό διευθυντή του φεστιβάλ Γιώργο Πέτρου ήταν ωστόσο εξαιρετικά σημαντικό παράλληλα με τα έργα που αναφέρονται στην μυθολογία να παρουσιαστεί και η ελληνική δημιουργία διαχρονικά, από τον αναγεννησιακό συνθέτη Φραγκίσκο Λεονταρίτη μέχρι σήμερα: «Είχαμε στο φεστιβάλ την Χορωδία Δωματίου Αθηνών, πολλούς Έλληνες καλλιτέχνες και έργα δημιουργών όπως των Γιώργου Κουρουπού, Γιώργου Κουμεντάκη, Κωνσταντίας Γουρζή, Μίκη Θεοδωράκη και Νίκου Σκαλκώτα».
Η πρόσληψη της Αρχαιότητας στην μπαρόκ εποχή
Λέγεται ότι την περίοδο της Αναγέννησης οι Ιταλοί θέλοντας να αναβιώσουν το αρχαίο ελληνικό θέατρο δημιούργησαν την όπερα, θεωρώντας ότι και οι διάλογοι τραγουδιούνται: «Είναι δεδομένο ότι η απαγγελία ήταν έμμετρη και τραγουδιστή. Ο τρόπος με τον οποίο το έκαναν δεν μπορούσε να είναι ιστορικά ακριβής, αλλά η ιδέα είναι ιστορικά ακριβέστατη», λέει ο Γιώργος Πέτρου στη συνέντευξη του στην ελληνική έκδοση της Deutsche Welle,
Ο Γιώργος Πέτρου θεωρείται ένας από τους κορυφαίους αρχιμουσικούς της μπαρόκ όπερας. Ενδεικτικό, ίσως, για την προσφορά του στην αναβίωση ξεχασμένων έργων είναι ότι στην εποχή μεγάλης πληθώρας ηχογραφήσεων στο χώρο της όπερας η μόνη ηχογράφηση του έργου «Η Αριάδνη στην Κρήτη» του Χέντελ που κυκλοφορεί σήμερα είναι εκείνη του Γιώργου Πέτρου με έλληνες συντελεστές από τη γερμανική δισκογραφική εταιρεία MDG.
Το πρόγραμμα του φεστιβάλ είχε κάτι για όλους και δεν απευθύνονταν μόνο σε….υποψιασμένους. Παράλληλα με την παρουσίαση των ορατορίων του Χέντελ “Ηρακλής” και “Σεμέλη”, καθώς και διαλέξεις για την πρόσληψη της Αρχαιότητας στην εποχή του μπαρόκ, οι φίλοι της μουσικής είχαν τη δυνατότητα να δουν και να ακούσουν τζαζ, νέες προσεγγίσεις σε ρεμπέτικα, ακόμα και ειδικές συναυλίες για οικογένειες και παιδιά.
«Η Ευρώπη θεωρούσε ότι όλη η γνώση προέρχεται από την Ελλάδα»
Κοινός παρονομαστής όλων των εκδηλώσεων ήταν η μουσική του Georg Friedrich Händel. Ποιος όμως ήταν ο γερμανός μουσουργός, ο οποίος ήταν ίσως ο πρώτος πανευρωπαϊκά γνωστός συνθέτης; «Ο Χέντελ ήταν ένας από τους πρώτους διεθνούς φήμης μουσικούς του κόσμου. Ήταν ένας κοσμοπολίτης, ένα δημιούργημα μιας χοάνης από διάφορες κουλτούρες: της γαλλικής, της ιταλικής, της γερμανικής, της βρετανικής και φυσικά ήταν ένας συνθέτης του θεάτρου, ένας επιχειρηματίας, ένας από τους μεγαλύτερους δραματουργούς το κόσμου. Για αυτό τα μουσικοθεατρικά του έργα είναι πάρα πολύ σύγχρονα. Μπορεί να τα παρακολουθήσει κάποιος που δεν γνωρίζει τίποτα για όπερα, αλλά ακόμα κι αν γνωρίζει πολλά για την όπερα θα βρει καταπληκτικά στοιχεία μέσα που θα θαυμάσει», απάντησε ο Γιώργος Πέτρου.
Τέλος, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ Χέντελ μίλησε για τη σχέση του κόσμου της μπαρόκ εποχής με την Αρχαιότητα, η οποία δεν αποτελούσε μόνο πηγή έμπνευσης: “Ο 18ος αιώνας ήταν ελληνοκεντρικός, δηλαδή η παιδεία ήταν πάντα ελληνοκεντρική. Από την Αναγέννηση και μετά η Ευρώπη θεωρούσε ότι όλη η γνώση προέρχεται από την Ελλάδα. Για τους Γερμανούς είναι δεδομένη η ευθεία γραμμή με τον ελληνικό πολιτισμό. Οι Γερμανοί θεωρούν ότι είναι παιδιά του ελληνικού πολιτισμού. Υπάρχει μια πολλή μεγάλη αγάπη και μεγάλος θαυμασμός για την Ελλάδα. Και χαίρομαι πολύ που μέσα από το φεστιβάλ αυτό μπορέσαμε να δείξουμε έστω και ένα μικρό κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής μουσικής παραγωγής. Και επίσης να αναδείξουμε τη σχέση της ιστορίας μας με τον πολιτισμό του 18ου αιώνα και ειδικά τη μουσική του Χέντελ.”
Για τα επόμενα τρία χρόνια ο Γιώργος Πέτρου θα είναι ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ Χέντελ στο Γκέτινγκεν. Τόσο με το φετινό όσο και το περσινό πρόγραμμα ανέβασε πολύ τον πήχη των προσδοκιών. Μένει να φανεί ποια πρόταση θα κρατήσει τεταμένο και για τα επόμενα χρόνια το ενδιαφέρον για τον ευφάνταστο κόσμο της μπαρόκ εποχής.
Πηγή: Deutsche Welle