Σήμερα Κυριακή 10 Μαρτίου πραγματοποιήθηκε η παρουσίαση των δύο βιβλίων διηγημάτων της ομογενούς συγγραφέως Διονυσίας Μούσουρα, στη Μελβούρνη.
Πρόκειται για τις συλλογές διηγημάτων «Συνηθισμένοι άνθρωποι» και «Της μικρής ζωής και της ωραίας νιότης» που παρουσιάστηκαν στην Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης, στην καρδιά της πόλης, σε μια εκδήλωση που συνδιοργάνωσαν ο Ελληνο-Αυστραλιανός Πολιτιστικός Σύνδεσμος Μελβούρνης και ο Σύνδεσμος Ελλήνων Λογοτεχνών και Συγγραφέων Αυστραλίας, με ομιλητές τους Δρ. Αθανάσιο Σπηλιά και την καθηγήτρια κα Άνδρια Γαριβάλδη. Αποσπάσματα από τα βιβλία διάβασε ο ηθοποιός Αντώνης Μπαξεβανίδης, η κα Άνθια Σιδηροπούλου τραγούδησε ενώ τη βραδιά συντόνισε ο Δρ Γιάννης Σαχινίδης.
Με αφορμή τη συγκεκριμένη εκδήλωση η πολυγραφότατη ομογενής συγγραφέας με τη λυρική πένα φιλοξενήθηκε στη “Φωνή της Ελλάδας” και μίλησε για τα δύο βιβλία της.
Όπως ανέφερε, το βιβλίο της “Συνηθισμένοι Άνθρωποι”, είναι μια μικρή Ανθολογία 24 διηγημάτων, από τα περισσότερα από 300 που έχει γράψει και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις: Common Ground Research Networks, USA, υπό την αιγίδα του Πανεπιστημίου Πάτρας και της ΟΥΝΕΣΚΟ, που εδρεύει στο πανεπιστήμιο της Λευκωσίας. Πρόκειται για αληθινές ιστορίες, πολλές από αυτές βιωματικές, αφού η συγγραφέας έχει εργαστεί ως ψυχολόγος πολλά χρόνια σε δομές. “Είναι ιστορίες, απλών συνηθισμένων ανθρώπων όπως είμαστε εγώ και εσύ, και ίσως για αυτό να αγγίζουν τόσο πολύ τον κόσμο” είπε η κα. Μούσουρα και τόνισε ότι το βιβλίο της “Της Μικρής ζωής και της Ωραίας νιότης” αποτελείται επίσης από 40 διηγήματα με μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων, στα οποία κυριαρχεί η Ζάκυνθος, το νησί της και είναι το τρίτο βιβλίο που εκδίδεται στη Ζάκυνθο από τις Εκδόσεις “ΕΡΜΗΣ”.
Η ομογενής συγγραφέας θυμήθηκε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της στη “Φωνή της Ελλάδας” τους λόγους που αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στην Αυστραλία, το πολυήμερο ταξίδι και τα πρώτα χρόνια της παραμονής της “σε μια ξένη χώρα που δεν γνώριζε κανέναν”.
“Ήμουν παντρεμένη με δύο μικρά παιδιά. Είναι Απρίλης του 1967, ζούμε στην Αθήνα και η κατάσταση είναι λίαν επικίνδυνη… Δεν ήταν απαραίτητο να είσαι αριστερός ή κομμουνιστής για να βρεις τον μπελά σου. Υπήρχε φόβος και τρόμος στην Αθήνα… Τότε η Αυστραλία προσκαλούσε μετανάστες. Ήθελε εργατικά χέρια για να αναπτύξει την Αυστραλία. Τρεις φορές μας έκοψαν από το Προξενείο, όταν ήταν να περάσουμε από επιτροπή γιατί τα χέρια μας δεν ήταν καταπονημένα, δεν ήταν χέρια εργατών. Και να είναι καλά ένας πορτιέρης που μας είπε να σκάψουμε, να βρωμίζουν τα χέρια μας, να αλλάξουμε ρούχα, να είναι απλά για να φαινόμαστε εργάτες. Και ήταν παραμονή Χριστουγέννων του 1967 όταν καταφέραμε τελικά να φύγουμε για την Αυστραλία… όταν ο κόσμος γιόρταζε – όπως μπορούσε να γιορτάσει γιατί ήταν δικτατορία, εμείς μπαίναμε στο καράβι για το άγνωστο… Για 10 χρόνια έκλαιγα και κρυβόμουν ακόμη και από τον άντρα μου. Μου έλειπαν οι γονείς μου, τα αδέρφια μου, ο τόπος μου. Δεν είχαν κανέναν στην Αυστραλία. Λέγαμε ότι αν δεν μας αρέσει, θα γυρίσουμε πίσω… Αυτά είναι λόγια γιατί ο μετανάστης εύκολα πηγαίνει αλλά πολύ δύσκολα γυρίζει πίσω” ανέφερε η Διονυσία Μούσουρα.
Μπορείτε να ακούσετε τη συνέντευξη εδώ
Πηγή: Φωνή της Ελλάδας, Σύνδεσμος Ελλήνων Λογοτεχνών και Συγγραφέων Αυστραλίας.